«Ο αποκλεισμός των καρκινοπαθών από τη δημόσια δωρεάν υγεία σημαίνει απλά θάνατος». Το συμπέρασμα των εθελοντών του Μητροπολιτικού Κοινωνικού Ιατρείου Ελληνικού (ΜΚΙΕ) δεν είναι αυθαίρετο…
Στηρίζεται στη στατιστική ανάλυση των στοιχείων 126 ανασφάλιστων ασθενών που εκόντες-άκοντες αναζήτησαν σ’ αυτό ιατρική βοήθεια και κάλυψη τον τελευταίο χρόνο.Δέκα από αυτούς δεν είναι πια στη ζωή. Προερχόμενοι σχεδόν όλοι τους από τη διαλυμένη πια μεσαία τάξη, αν δεν υπήρχε η συγκεκριμένη δομή πιθανότατα θα περίμεναν μαρτυρικά το τέλος στο κρεβάτι του σπιτιού τους.
Υπερβολές; Δυστυχώς, όχι.
Υπερβολές; Δυστυχώς, όχι.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, τα 2/3 εξ αυτών (83 άτομα) παραπέμφθηκαν για χημειοθεραπεία τρεις με πέντε μήνες μετά τη διάγνωση της ασθένειας. Μάλιστα, για τους δέκα που απεβίωσαν, ο χρόνος που μεσολάβησε ήταν ακόμη μεγαλύτερος από πέντε μήνες. Οπως εξηγεί ο εθελοντής γιατρός Γ. Βήχας, σε όλους τους ασθενείς «χρειάστηκε να αξιολογηθεί από την αρχή η ασθένειά τους με νέες αξονικές, μαγνητικές, κ.τ.λ. και σε όλες ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις διαπιστώσαμε δραματική αύξηση του καρκίνου τόσο της πρωτοπαθούς εστίας όσο και μεταστατικών εντοπίσεων».
Τι σημαίνει αυτό; Οτι δεν υπάρχει πια αυτονόητο: ακόμη και ο καρκίνος μπορεί να περιμένει, όταν οι πόρτες των δημόσιων νοσοκομείων είναι ερμητικά κλειστές για τους πολίτες που χάνουν την ασφάλισή τους.
Αστρονομικά ποσά για θεραπεία
Η πλειονότητα των 126 που προσέφυγαν στους εθελοντές γιατρούς του Ελληνικού, «έφτασαν εκεί με τη διάγνωση στο χέρι», προσθέτει ο γιατρός: «Κάποιοι είχαν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση, αλλά στη συνέχεια δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στο κόστος της θεραπείας που ακολουθεί. Κάποιοι άλλοι, όντας πια ανασφάλιστοι, και έχοντας προσφύγει αρχικά στα δημόσια νοσοκομεία όπου τους ζητήθηκαν αστρονομικά ποσά, δεν τόλμησαν να μπουν στη διαδικασία της θεραπείας. Στη συνέχεια έμαθαν αργοπορημένα για το Κοινωνικό Μητροπολιτικό Ιατρείο Ελληνικού και προσήλθαν σ’ εμάς».
Μπορεί η φράση «Καθένας από αυτούς θα μπορούσε να είναι ένας από εμάς», να αποτελεί φριχτή κοινοτοπία στις μέρες του Μνημονίου, δυστυχώς όμως συνεχώς επιβεβαιώνεται: πρώτον, από το είδος του καρκίνου. Η πλειονότητα των ασθενών αυτών παρουσιάζει την ίδια επιδημιολογική συμπεριφορά με το γενικό πληθυσμό. Οι άνδρες πάσχουν κυρίως από καρκίνο των πνευμόνων και οι γυναίκες από καρκίνο του μαστού. Αντίθετα, σύμφωνα με υπάρχουσες στατιστικές καταγραφές, χρόνια άστεγοι κ.τ.λ. εμφανίζουν κυρίως καρκίνο του ήπατος ή του οισοφάγου.
Αναλυτικότερα, στους 64 άνδρες που προσήλθαν οι 53 ήταν Ελληνες και οι 11 αλλοδαποί. Οι περισσότεροι (34 άτομα) είναι μεταξύ 40 και 60 ετών, 25 είναι πάνω από 60, ενώ πέντε είναι κάτω των 40 ετών. Πλην 19 πολιτών, όλοι οι υπόλοιποι ανήκαν σε κάποιο ασφαλιστικό φορέα πριν μείνουν ακάλυπτοι. Μάλιστα, τα νούμερα αποδεικνύουν ότι αρκετοί από αυτούς ήταν ελευθέροι επαγγελματίες και ιδιωτικοί υπάλληλοι (16 ΟΑΕΕ, 21 ΙΚΑ).
Το στρες της απόλυσης αρρωσταίνει
Ομοίως, όλες ανεξαιρέτως οι πάσχουσες από καρκίνο γυναίκες που προσέφυγαν στο Κοινωνικό Ιατρείο του Ελληνικού είχαν μέχρι πρότινος ασφαλιστική κάλυψη και όπως δείχνουν τα στοιχεία προέρχονται κι αυτές κυρίως από τον κλάδο των ελεύθερων επαγγελματιών και του ιδιωτικού τομέα (31 άτομα). Οι μισές από αυτές (33) εμφάνισαν καρκίνο του μαστού. Από τις συνολικά 62 περιπτώσεις, οι 16 είναι αλλοδαπές, ενώ ηλικιακά η πλειονότητα (40 ασθενείς) είναι μεταξύ 40 έως 60 ετών.
Υπάρχουν όμως και πιο θλιβερές διαπιστώσεις: «Εξετάζοντας τα ιστορικά των ασθενών, διαπιστώσαμε ότι σ’ ένα μεγάλο ποσοστό, ο όγκος εμφανίστηκε ένα δίμηνο ή ένα τετράμηνο μετά την απώλεια της ασφαλιστικής κάλυψης. Είναι πιθανό, χωρίς βέβαια να είμαστε απόλυτα σίγουροι, το ψυχικό στρες που ακολούθησε τις βίαιες αυτές αλλαγές να είχε ως αποτέλεσμα την εκδήλωση της ασθένειας».
Να σημειωθεί ότι όλοι οι ανασφάλιστοι ασθενείς που αναζήτησαν και βρήκαν βοήθεια στο Μητροπολιτικό Κοινωνικό Ιατρείο του Ελληνικού παραπέμπονται στη συνέχεια στο Νοσοκομείο «Σωτηρία», η ογκολογική ομάδα του οποίου έχει αναπτύξει εδώ και 1,5 χρόνο ένα εθελοντικό σύστημα παροχής δευτεροβάθμιων υπηρεσιών υγείας, εξασφαλίζοντας στο ακέραιο την εξαιρετικά κοστοβόρα θεραπεία των ασθενών αυτών.