Την προσπάθεια των γερμανικών βαρβαρικών φύλων να οργανώσουν μια ευρωπαϊκή και υπό την έννοια αυτή παγκόσμια αυτοκρατορία.
Μπορεί στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο να υπήρξε στον άξονα της Γερμανίας στρατηγικός σύμμαχος (στην Ασία) η Ιαπωνία, η οποία με τις επιλογές και τους χειρισμούς της ενέπλεξε ή ενθάρρυνε τις ΗΠΑ να εμπλακούν, εγκαταλείποντας το περίφημο «δόγμα Μονρόε» (του απομονωτισμού), αλλά και πάλι δεν μπορούμε να περιγράψουμε έναν παγκόσμιο πόλεμο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που αποτελεί τη συνέχεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δημιουργήθηκε ο ΟΗΕ, με ένα Συμβούλιο Ασφαλείας με τις μεγάλες -εγγυήτριες- δυνάμεις μιας παγκόσμιας αρμονίας για την αποτροπή μιας επόμενης παγκόσμιας θερμής σύγκρουσης.
Και πράγματι, για πολλές δεκαετίες ο ΟΗΕ και οι εγγυήτριες δυνάμεις της ειρήνης πέτυχαν τον στόχο, παρά την εξέλιξη του Ψυχρού Πολέμου με τους δύο πόλους της ισχύος, την Ουάσινγκτον και τη Μόσχα, να διαχειρίζονται τον κόσμο χωρίς να υπερβαίνουν τα «εσκαμμένα» σε έναν πόλεμο χαρακωμάτων που σε πολλά θύμιζε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χωρίς όμως νεκρούς, καταστροφές και πείνα.
Η Κίνα την εποχή του Μάο επεδίωξε και πέτυχε τον απομονωτισμό, οι μεγάλες δυνάμεις της Ασίας ή της Αμερικής, πέρα των ΗΠΑ, έμειναν έωλες, παρά τα εκατοντάδες εκατομμύρια των κατοίκων τους και τον τεράστιο πλούτο τους μετά το τέλος της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας.
Το διεθνές παίγνιο με την έννοια αυτή παρέμεινε στην Ευρώπη με τη μεταπολεμική πραγματικότητά της. Μια Ευρώπη διχοτομημένη όσο και η ίδια η πηγή του κακού, η Γερμανία, μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Ουσιαστικά η όλη δομή του κόσμου θα μπορούσε να οριοθετηθεί ως περίοδος «μη πολέμου» και πράγματι πέτυχε μακρόχρονη σταθερότητα.
Όλα ανατράπηκαν όταν η Δύση έχασε την Ανατολή της. Ο συνασπισμός των Σοβιετικών κατέρρευσε και τότε η πάντα πολυδιασπασμένη στο εσωτερικό της Δύση πίστεψε ή επεδίωξε το «τέλος της Ιστορίας». Τη δόμηση της μίας και μοναδικής Ρώμης, της Κοσμοκρατορίας ή, διαφορετικά, της τρίτης και μοναδικής Ρώμης.
Το λάθος βρίσκεται στην αντίληψη περί Ανατολής. Στη βραχεία διάμετρο της ματιάς. Στη σύγχυση της μεταπολεμικής Ανατολής με τη μεγάλη και πραγματική Ανατολή. Η αμφισβήτηση της ιστορίας σταμάτησε την 11η Σεπτεμβρίου 2001 με τον «βομβαρδισμό» της Νέας Υόρκης, μιας πόλης-σύμβολο για την οικονομική δεινότητα της Δύσης, η ισχύς της οποίας βρίσκεται στο νέο έθνος της και όχι στις παρακμάζουσες ευρωπαϊκές πρώην αυτοκρατορίες της.
Ο Σαλαντίν ιστορικά επανεμφανίστηκε ως Μπιν Λάντεν στα βάθη της Ασίας, το Αφγανιστάν και οι Σαρακηνοί ως τζιχάντ και μάλιστα σε λίγες σχετικά δεκαετίες έφτασαν να διεκδικούν εδάφη με δομές και διοίκηση, το Χαλιφάτο στην αιώνια αφετηρία του, τη Μεσοποταμία, επιδιώκοντας να στείλουν το μήνυμα ότι η Μεσοποταμία και η Βαβυλώνα θα ζωντανέψουν και πάλι ως κέντρο των Αράβων σουνιτών, διεκδικώντας μια παγκόσμια ρεβάνς απέναντι στους «Σταυροφόρους» της Δύσης, την Τουρκία των Οθωμανών και την Περσία των σιιτών. Το ζητούμενο δεν μπορεί να είναι άλλο από την Ιερουσαλήμ και την τελική επικράτηση επί των χριστιανών.
Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η ανθρωπότητα επιστρέφει στον Μεσαίωνα. Αλλά υπάρχουν διαφορές. Πρώτον, το κράτος των Εβραίων, το Ισραήλ, που δεν θα παραδοθεί. Δεύτερον, η «Μεγάλη Ανατολή», με κυρίαρχη δύναμη την Κίνα, που αυτήν τη φορά έχει πάρει αντίθετα τους «δρόμους του μεταξιού» και κατεβαίνει στη Μεσόγειο. Αυτός ο πόλεμος θα είναι πράγματι παγκόσμιος και θα τελειώσει είτε με την ανοικοδόμηση του Ναού του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ είτε με την κυριαρχία της σαρίας, της τζιχάντ και του Ισλάμ στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη.
Μενέλαος Τασιόπουλος