Online τζόγος για λίγους και ισχυρούς

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:

Με μοντέλο Γαλλίας προτίθεται η ελληνική κυβέρνηση να προωθήσει την απελευθέρωση των τυχερών διαδικτυακών παιγνίων.

Τόσο το σχέδιο νόμου, που παρουσιάστηκε από το υπουργείο Οικονομικών (ΥΠΟΙΚ) τον περασμένο Οκτώβριο, όσο και το σχέδιο κανονισμού διεξαγωγής online τυχερών παιγνίων, που παρουσίασε τον προηγούμενο μήνα η ρυθμιστική αρχή (ΕΕΕΠ), φανερώνουν ότι η χώρα επιζητεί το άνοιγμα της αγοράς, αλλά αυτό να γίνει με ιδιαίτερα μικρό αριθμό παικτών. Οπως συνέβη στη Γαλλία πριν από μία δεκαετία, έτσι και η σημερινή ελληνική κυβέρνηση διαμορφώνει ένα πλαίσιο μάλλον ολιγοπωλιακής αγοράς, στην οποία θα έχουν μέλλον πολύ λίγες και ισχυρές επιχειρήσεις.

Αυτό περίπου εμφανίζεται και στη σημερινή διαμόρφωση του σκηνικού στην αγορά. Οι επιχειρήσεις που κατέχουν προσωρινή άδεια λειτουργίας είναι 24, αλλά εκείνες που έχουν οικειοθελώς συμμορφωθεί με τους κανόνες του υπουργείου Οικονομικών και της ΕΕΕΠ μετριούνται στα δάχτυλα ενός χεριού. Τρεις από αυτές πέρυσι ήλεγχαν το 89% του τζίρου και το 91% των ακαθάριστων εσόδων. «Δεν βλέπω πάνω από δύο ή τρεις παίκτες της αγορά», παραδέχεται έμπειρο στέλεχος της αγοράς τυχερών παιγνίων. Οι παράμετροι που θα καθορίσουν τον αριθμό των παικτών θα είναι κυρίως δύο: Πρώτον, το εφάπαξ τίμημα της άδειας και, δεύτερον, το είδος των παγνίων που θα επιτραπεί να διεξαχθούν στο νέο πλαίσιο.

Αναφορικά με το εφάπαξ κόστος εισόδου στην αγορά, αναμφιβόλως η κυβέρνηση το έχει θέσει πολύ υψηλά. Το κόστος της 5ετούς άδειας τύπου Α (στοιχηματισμός προκαθορισμένης απόδοσης) έχει οριστεί σε 4 εκατ. ευρώ και σε 1 εκατ. για άδειες τύπου Β (λοιπά παίγνια).

Τα ποσά κρίνονται υψηλά τη στιγμή που σε άλλες χώρες, πολυπληθέστερες της Ελλάδας, το κόστος αυτών των αδειών είναι της τάξης των δεκάδων χιλιάδων ευρώ ή ολίγων εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ. O μέσος όρος στις παραπάνω χώρες είναι της τάξης των 70 έως 100.000 ευρώ τον χρόνο, δηλαδή 350 έως 500.000 ευρώ στην πενταετία. Ο πήχυς επομένως για την είσοδο στην εγχώρια αγορά τέθηκε από την ελληνική κυβέρνηση πολύ ψηλά.

Αντίστοιχη πολιτική είχε εφαρμόσει και η Γαλλία το 2010, όταν άνοιξε τη διαδικτυακή αγορά. Τότε η ρυθμιστική αρχή της χώρας (ARJEL) είχε θέσει το κόστος κάθε άδειας στα 8 εκατ. Το εφάπαξ αυτό κόστος έφερε προσφορές από παίκτες που μετρήθηκαν στα δύο χέρια όταν οι ενδιαφερόμενοι ήταν δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες.

Το ίδιο αναμένεται να συμβεί κι εδώ. Λόγω της φύσης του Διαδικτύου, οι online operators τυχερών παιγνίων ανταγωνίζονται σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ως συνέπεια τα περιθώρια κέρδους είναι χαμηλά, τόσο των καζίνο όσο και του ΟΠΑΠ. Αξίζει να αναφερθεί ότι από τα 7 δισ. που πόνταραν πέρυσι οι Ελληνες παίκτες στο Διαδίκτυο, τα ακαθάριστα έσοδά τους (gross gaming revenue ή GGR) δεν ξεπέρασαν τα 400 εκατ. ή το 6% του τζίρου.

Από αυτά τα 140 εκατ. ή το 35% του GGR θα λάβει το ελληνικό κράτος με τη μορφή φορολογίας παιγνίων (GGR Tax). Από την άλλη πλευρά, οι online operators έχουν χαμηλότερα λειτουργικά κόστη αφού δεν αξιοποιούν ισχυρά πάγια στοιχεία.

Οι φραγμοί, ωστόσο, της ελληνικής κυβέρνησης δεν σταματούν εδώ. Οπως η γαλλική κυβέρνηση στο παρελθόν έτσι και η ελληνική θέλει να περιορίσει τα online παίγνια που η διεξαγωγή τους βασίζεται εντελώς στην τύχη. Πρόκειται για τα τυχερά παίγνια που βασίζονται σε γεννήτριες τυχαίων αριθμών (random number generators, RNG) και είναι γνωστά ως «φρoυτάκια». Η Γαλλία απαγόρευσε τη διεξαγωγή τους για λόγους εθισμού. Σύμφωνα με τους ψυχολόγους, τα παίγνια που βασίζονται σε εντελώς τυχαία ενδεχόμενα είναι περισσότερα εθιστικά από άλλα, όπως π.χ. είναι ο αθλητικός στοιχηματισμός.

Η ελληνική κυβέρνηση, όμως, έχει έναν επιπλέον λόγο να επιζητεί την απαγόρευση των συγκεκριμένων παιγνίων μέσω RNG. Θέλει να προλάβει τυχόν νομικές προσφυγές του ΟΠΑΠ, ο οποίος το 2011 κατέβαλε 560 εκατ. ευρώ για να λάβει την άδεια των VLTs, η λειτουργία των οποίων βασίζεται σε RNGs. Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν ότι σε περίπτωση που η ελληνική κυβέρνηση θα ήθελε να προσφέρει τέτοιου είδους άδειες, θα έπρεπε να αναμένει προσφυγή στη διαιτησία από την πλευρά του ΟΠΑΠ. Ο τελευταίος μάλιστα κατά τη διαβούλευση που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες ζήτησε περαιτέρω αποσαφήνιση για το ζήτημα αυτό.

Αντίθετα όμως με τον ΟΠΑΠ, όλοι οι πάροχοι τάχθηκαν κατά αυτής της απαγόρευσης των συγκεκριμένων παιγνίων. Η Intralot, η PokerStars, η ένωση των διαδικτυακών παρόχων τυχερών παιγνίων RGA, η bet365 κ.ά. θεωρούν ότι η απαγόρευση αυτή θα αφήσει ατελή την απελευθέρωση της συγκεκριμένης αγοράς, ενώ παράλληλα θα ωθήσει την αγορά σε παράνομους παρόχους. Ακόμη και η διαχειρίστρια των καζίνο Regency εκτίμησε πως είναι λάθος η απαγόρευση. «Θεωρούμε ότι ο αποκλεισμός της ύπαρξης τυχερών παιγνίων με γεννήτρια τυχαίων αριθμών (RNG) στο Διαδίκτυο, τα οποία και είναι ιδιαίτερα δημοφιλή, μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην ομαλή ρύθμιση της αγοράς, θίγοντας τον ανταγωνισμό και μειώνοντας τα έσοδα για το Δημόσιο, καθώς πολλοί θα επιλέξουν τον παράνομο στοιχηματισμό», αναφέρεται στη σχετική διαβούλευση.

Η απαγόρευση

Οι διαδικτυακοί πάροχοι εκτιμούν ότι η απαγόρευση θα στοιχίσει στην αγορά το 25% του μεγέθους της. Η απώλεια αυτή αντιστοιχεί σε περίπου 1,7 δισ. ευρώ πονταρίσματα και 100 εκατ. ευρώ ακαθάριστα έσοδα (GGR). Επίσης, όπως υπογραμμίζεται, το ελληνικό Δημόσιο θα χάσει ετήσιους φόρους της τάξης των 35 εκατ. ευρώ.

Πάντως, πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν ότι θα είναι δύσκολο για την κυβέρνηση πλέον να «συμμορφώσει» μια αγορά η οποία έμαθε να λειτουργεί επί χρόνια παίγνια βασισμένα σε RNG. Aυτό θα είναι ένα στοίχημα για πολλούς, συμπεριλαμβανομένων του ΟΠΑΠ και των ανταγωνιστών του.

Ποιοι ενδιαφέρονται για άδειες

Ο αριθμός των ενδιαφερομένων για τις άδειες διαδικτυακών τυχερών παιγνίων θα εξαρτηθούν από τις τελικές αποφάσεις της κυβέρνησης και ειδικά από αν θα επιτραπεί η διεξαγωγή τυχερών παιγνίων βασισμένων σε εντελώς τυχαία γεγονότα (RNG).

To σίγουρο είναι τόσο ο ΟΠΑΠ όσο και η θυγατρική του κατά 70% GML, που λειτουργεί με το εμπορικό σήμα Stoiximan, θα διεκδικήσουν τουλάχιστον από μία άδεια στοιχηματισμού. Δεν αποκλείεται η δεύτερη από τις δύο να διεκδικήσει και την άδεια τύπου Β που περιλαμβάνει τα «λοιπά παίγνια» που σχετίζονται με live (ζωντανά) τυχερά παίγνια καζίνο. Για τις άδειες αυτές ενδέχεται να ενδιαφερθούν και οι ελληνικές επιχειρήσεις καζίνο, που θεωρητικά έχουν την υποδομή για να προσφέρουν τα παίγνια.

Την τρίτη άδεια αναμένεται να διεκδικήσει η κυπριακών συμφερόντων B2B Gaming Services Malta, η οποία είναι ο δεύτερος πιο σημαντικός πάροχος στη χώρα μας.

Απο εκεί και πέρα η συμμετοχή παραμένει ρευστή. Μεγάλα ονόματα του εξωτερικού όπως η GVC Holdings, η The Stars Group κ.ά. φαίνεται να σταθμίζουν τις συνθήκες, διατηρώντας όμως ανοικτή την πόρτα για μια πιθανή είσοδο στην αγορά.

Οι τελικές αποφάσεις, ωστόσο, θα παρθούν με βάση τους τελικούς όρους που θα γίνει η απελευθέρωση της αγοράς στη χώρα μας. Υπενθυμίζεται ότι η GVC Holdings δραστηριοποιείται με διάφορα σήματα όπως είναι τα Bwin, Sportingbet κ.ά. Η The Stars Group ελέγχει τα σήματα PokerStars, Βetstars κ.ά.

Οι περισσότερες από τις προαναφερόμενες υπηρεσίες λειτουργούν σήμερα στο προσωρινό αδειοδοτικό καθεστώς, μέσω θυγατρικών τους ή μέσω συμβάσεών τους με τρίτους που κατέχουν τις προσωρινές άδειες και έχουν κατά κανόνα την έδρα στη Μάλτα. Πολλοί λίγοι συμμετείχαν στη διαβούλευση (The Stars Group, bet365) αν και η πλειονότητα των ενδιαφερομένων θεωρητικά εκπροσωπήθηκε από την επιχειρηματική ένωση Remote Gambling Association (RGA).

ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *