Στην ταινία Still Alice, η Τζούλιαν Μουρ υποδύεται την Alice Howland, μια γλωσσολόγο του Πανεπιστημίου Κολούμπια που αρχίζει να εκδηλώνει τα πρώτα σημάδια Αλτσχάιμερ σε ηλικία μόλις 50 ετών. Η ταινία αφηγείται τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ίδια αλλά και η οικογένειά της καθώς η μνήμη και η πνευματική της κατάσταση φθίνουν.
«Είμαι τόσο χαρούμενη, ενθουσιασμένη για την ακρίβεια, που μπορέσαμε –ελπίζω– να διαφωτίσουμε τον κόσμο σχετικά με τη νόσο Αλτσχάιμερ», δήλωσε η ηθοποιός όταν παρέλαβε το χρυσό αγαλματίδιο.
Μετά τη λαμπερή εκδήλωση, ανέφερε επίσης στους παρευρισκόμενους δημοσιογράφους πως της αρέσουν οι ιστορίες που αφορούν σε πραγματικούς ανθρώπους, πραγματικές σχέσεις και πραγματικές οικογένειες και η ταινία Still Alice είχε όλα αυτά τα χαρακτηριστικά. Είναι μια ταινία για ένα πραγματικό ζήτημα.
Το λεγόμενο νεανικό Αλτσχάιμερ, επίσης γνωστό ως Αλτσχάιμερ πρώιμης έναρξης, εκδηλώνεται σε άτομα κάτω των 65 ετών. Σύμφωνα με τον οργανισμό Alzheimer’s Association, ποσοστό έως και 5% των Αμερικανών με Αλτσχάιμερ εκδηλώνει τη συγκεκριμένη μορφή της νευροεκφυλιστικής νόσου.
Η διαχείριση του «νέου εαυτού», όπως ακριβώς συμβαίνει με την Alice, είναι μια συνήθης πρόκληση για πολλούς ασθενείς με Αλτσχάιμερ πρώιμης έναρξης. Είναι απολύτως φυσιολογικό το άτομο να νιώθει απογοήτευση επειδή πράγματα που παλαιότερα ήταν πολύ εύκολα μοιάζουν πλέον δύσκολα.
Η ορθή διάγνωση του Αλτσχάιμερ πρώιμης έναρξης αποδεικνύεται κρίσιμη, καθώς αρκετές παθήσεις, όπως διατροφικές ελλείψεις και ορμονικές διαταραχές, μπορεί να εκδηλωθούν με παρόμοια συμπτώματα.
«Πολλοί άνθρωποι που πάσχουν από τη συγκεκριμένη νόσο νιώθουν απομονωμένοι και περιθωριοποιημένοι», δήλωσε η Μουρ προς το τέλος της ομιλίας της κατά τη βράβευσή της. «Ένα εκπληκτικό χαρακτηριστικό των ταινιών είναι ότι μας κάνουν να νιώθουμε ορατοί, ότι δεν είμαστε μόνοι. Οι άνθρωποι με Αλτσχάιμερ αξίζουν κάτι τέτοιο, ώστε να μπορέσουμε τελικά να βρούμε θεραπεία για τη νόσο.»