Με μια φαντασία που εκτινάσσεται στα ουράνια, ο συγγραφέας της ύστερης αρχαιότητας, με εξαιρετική δεινότητα στο γραπτό λόγο, μας παρασύρει και μας οδηγεί σε μαγικούς κόσμους του …διαστήματος.
Η …εκτόξευση της ‘νηώς’ και η …προσελήνωση
Αποφάσισε, λέει, το ταξίδι αυτό από … περιέργεια «ἡ τῆς διανοίας περιεργία». Αλλά και για έναν ακόμη λόγο, να μάθει τι υπάρχει στην άκρη του Ωκεανού και ποιοι άνθρωποι κατοικούν εκεί. Λέει επί λέξει:
«τὸ βούλεσθαι μαθεῖν τί τὸ τέλος ἐστὶν τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τίνες οἱ πέραν κατοικοῦντες ἄνθρωποι»Μετά από ογδόντα μέρες ταξίδι στον άγνωστο ωκεανό έφθασαν σε ένα παράξενο νησί. Εκεί βρήκαν μια τεράστια χάλκινη στήλη που ήταν γραμμένη στα ελληνικά και έλεγε πως μέχρι εκεί είχανε φθάσει ο Ηρακλής και ο Διόνυσος.
(Στο σημείο αυτό υπάρχει ένα ‘παιχνίδισμα’ του συγγραφέα με την ελληνική μυθολογία και με τα υπερατλαντικά ταξίδια των αναφερομένων μυθικών προσώπων, των οποίων οι ιστορίες πολύ συζητούνταν στην εποχή του).Όταν βγήκαν για αναγνώριση στο νησί βρήκαν κι έναν ποταμό τεράστιο που δεν έτρεχε νερό αλλά κρασί που έβγαινε απευθείας από τις ρίζες των …αμπελιών. Υπήρχαν και ψάρια που όταν τα έτρωγε κανείς μεθούσε…
Φύγανε από το νησί και όταν βρεθήκανε στο πέλαγος δημιουργήθηκε ξαφνικά τυφώνας που άρπαξε το πλοίο και το σήκωσε τριακόσια στάδια αλλά δεν το άφησε να πέσει πάλι στη θάλασσα. Επτά μέρες και επτά νύκτες βρισκόταν στον αέρα. Την όγδοη μέρα είδαν μια μεγάλη γη στον αέρα σαν ένα νησί λαμπερό που είχε σχήμα σφαίρας με φωτισμό μεγάλο. Προσγειώθηκαν σε αυτή όπου και αποβιβάστηκαν. Διερευνώντας την παράξενη γη διαπίστωσαν πως ήταν κατοικήσιμη και καλλιεργημένη.
Η συνθήκη ήταν γραμμένη με …ηλεκτρισμό!
Ο Λουκιανός μας λέει πως η γη που βρήκαν κατοικούνταν από τερατόμορφα όντα. Ένα είδος από αυτά τους συνέλαβε και τους οδήγησε στο βασιλιά τους που είχε το όνομα Ενδυμίων. Αυτός κατάλαβε πως ήταν …Έλληνες από τη στολή τους. Απόρησε πως κατάφεραν να ταξιδεύσουν στον …ουρανό.
Λέει ακριβώς:
«ὁ δὲ θεασάμενος καὶ ἀπὸ τῆς στολῆς εἰκάσας, ῞Ελληνες ἆρα, ἔφη, ὑμεῖς, ὦ ξένοι; Πῶς οὖν ἀφίκεσθε, ἔφη, τοσοῦτον ἀέρα διελθόντες;»
Τους εξήγησε μάλιστα πως ο τόπος που βρίσκονται είναι η σελήνη που βλέπουν από τη γη.
Τότε πληροφορήθηκε πως εκεί, στο διάστημα, κατοικούσαν άλλα όντα αλλά με κοινά γνωρίσματα αυτών της γης. Με κράτη, με διενέξεις και πολέμους. Υπήρχαν οι ‘Σεληνίτες’, και οι Ηλιώτες που είχαν κοινή αποικία τον Εωσφόρο. Είχαν υπογράψει μάλιστα και συνθήκη ειρήνης μεταξύ τους. Τη συνθήκη αυτήν την γράψανε με ηλεκτρισμό και τη στήσανε στο μέσο του αέρα στα σύνορά τους.
«ἐγγράψαι δὲ τὰς συνθήκας στήλῃ ἠλεκτρίνῃ καὶ ἀναστῆσαι ἐν μέσῳ τῷ ἀέρι ἐπὶ τοῖς μεθορίοις»
Δεν υπήρχαν γυναίκες στη Σελήνη…
Μας λέει ο Λουκιανός πως πολλά παράδοξα γινόντουσαν στη Σελήνη. Τα όντα εκεί δεν γεννιόντουσαν από γυναίκα αλλά από τους άρρενες. Δεν υπήρχε καν όνομα γυναικείο και οι γάμοι γίνονταν μεταξύ ανδρών. Ο κάθε ένας μέχρι τα είκοσί πέντε του χρόνια … πηδιέται , μετά …πηδάει αυτός…(!!) «μέχρι μὲν οὖν πέντε καὶ εἴκοσι ἐτῶν γαμεῖται ἕκαστος, ἀπὸ δὲ τούτων γαμεῖ αὐτός»
Εκτός από αυτό το σεξουαλικό παράδοξο εκεί τα όντα όταν γερνάνε δεν πεθαίνουν, όπως στη γη, αλλά σαν καπνός διαλύονται και γίνονται αέρας.
Το κάτοπτρο της Σελήνης!
Το ευφάνταστο μυαλό του Λουκιανού δεν σταματά στα παραπάνω. Μας λέει με τι τρόπο οι σεληνίτες είχαν …επαφή με τους γήινους.
«Υπάρχει ένα μεγάλο κάτοπτρο πάνω από ένα αβαθή φρεάτιο. Αν κατέβει κάποιος στο φρεάτιο ακούει όλα όσα εμείς λέμε στη γη. Κι εάν στραφεί κάποιος προς το κάτοπτρο βλέπει όλες τις πόλεις όλα τα έθνη όπως βλέπουμε τον καθένα. Τότε και εγώ τους συγγενείς μου είδα και όλη την πατρίδα, αν, βέβαια, και αυτοί με έβλεπαν δεν μπορώ με ασφάλεια να το πω.Και αν κάποιος δε με πιστεύει όταν κάποτε και αυτός πάει εκεί θα διαπιστώσει ότι λέω αλήθεια…»
Ταξίδι μέχρι τις Πλειάδες…
Αφού ταξιδεύσαμε, γράφει, την επομένη όλη τη νύκτα και την ημέρα, γύρω στο απόγευμα φθάσαμε στη Λυχνόπολη. Αυτή βρίσεται μεταξύ των Πλειάδων και των Υάδων. Εκεί δεν βρήκαμε κανέναν άνθρωπο μόνον ‘λύχνους’ – λάμπες μικρές και μεγάλες.
Ο Λουκιανός μετά το διαστημικό ταξίδι του επιστρέφει προσθαλασσώνεται στη γη αλλά για κακή του τύχη ολόκληρο το καράβι του καταπίνεται από τεράστιο θαλάσσιο κύτος. Και οι περιπέτειες συνεχίζονται μέχρι το θάνατο του κύτους – μετά από πολύ καιρό- και την απελευθέρωση τους από την κοιλιά του κύτους.
Πηγή: Λουκιανός ο Σαμοσατεύς (π. 120 μ.Χ. – 190 μ.Χ.) «Ἡ ἀληθής ἱστορία»
Βαλκανικό Περισκόπιο – Ἂρθρα & Σκέψεις- Γιῶργος Ἐχέδωρος
Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος