O Κόκκινος Δράκος πυρπολεί την παγκόσμια οικονομία: Ο δείκτης Shanghai Composite κάνει «βουτιά» 8,45%, ο CSI καταγράφει απώλειες 8,56%, ο Nikkei έφτασε να υποχωρεί 4%, ο Hang Seng καταγράφει απώλειες 4,7% ενώ οι 400 πλουσιότεροι άνθρωποι του κόσμου έχασαν
182 δισ. δολάρια από τη περιουσία τους, λόγω της κατάρρευσης των παγκόσμιων χρηματιστηρίων και το Stratfor σε έκθεση του αναφέρει πως η κυβέρνηση της Κίνας θέλει να εξουδετερώσει τον αντίκτυπο του ισχυρότερου δολαρίου έναντι του ευρώ και του ιαπωνικού γεν με την απόφασή της να υποτιμήσει το εθνικό νόμισμα της χώρας, γιουάν.
Μαζικό ξεπούλημα στις ασιατικές αγορές, καθώς εντείνεται η πτώση των κινεζικών μετοχών και οι επενδυτές ψάχνουν για έξοδο από τους τίτλους υψηλότερου κινδύνου, εν μέσω φόβων για επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας λόγω Κίνας.
Ράλι στα ομόλογα που θεωρούνται “ασφαλή καταφύγια” και για το γεν, καθώς εξαπλώνονται οι αναταραχές στις παγκόσμιες χρηματαγορές, που ξεκίνησαν πριν από δυο εβδομάδες όταν η Κίνα αποφάσισε να υποτιμήσει το γουάν, πυροδοτώντας φόβους για την κατάσταση της οικονομίας της χώρας.
Σημειώνεται ότι την Κυριακή, μίνι κραχ είχε σημειωθεί στα αραβικά χρηματιστήρια –λόγω της πτώσης των τιμών του πετρελαίου αλλά και των ανησυχιών που δημιουργεί η κινεζική οικονομία- με τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου του Ντουμπάι (DFM) να κάνει «βουτιά» 7,5%, τον δείκτη Tadawull της Σαουδικής Αραβίας 6,9% (οι απώλειες για τον συγκεκριμένο δείκτη αγγίζουν το 24% από τον Απρίλιο), τον QE του Κατάρ 5,3%, τον TA 25 του Ισραήλ 4,1%, ενώ ο EGX της Αιγύπτου κατέγραφε την μεγαλύτερη πτώση από τον Νοέμβριο του 2012, με απώλειες 5,4% χθες.
Την Παρασκευή ο δείκτης MSCI Αναδυόμενων αγορών έκλεισε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων έξι ετών, μετά την πτώση του Brent στα 45,46 δολάρια το βαρέλι και του αμερικανικού αργού έως και τα 39,86 δολάρια το βαρέλι.
Ο δείκτης Bloomberg GCC200, που παρακολουθεί 200 μετοχές του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, κατέγραψε την μεγαλύτερη πτώση του από τον Οκτώβριο του 2008.
Στο μεταξύ, οι 400 πλουσιότεροι άνθρωποι του κόσμου έχασαν την εβδομάδα που πέρασε 182 δισ. δολάρια από τη περιουσία τους, λόγω της κατάρρευσης των παγκόσμιων χρηματιστηρίων που προκάλεσαν τα αδύναμα στοιχεία για την κινεζική μεταποίηση και η πτώση των τιμών των εμπορευμάτων σύμφωνα με το Bloomberg.
Η εβδομαδιαία πτώση του Bloomberg Billionaires Indes, του δείκτη που «μετρά» τους δισεκατομμυριούχους του κόσμου, μεταξύ των οποίων ο Warren Buffet και ο Ivan Glasenberg της Glencore, ήταν η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί από τον Σεπτέμβριο του 2014. Μόνο την Παρασκευή, όταν ο δείκτης S&P 500 έκλεισε καταγράφοντας την χειρότερη εβδομάδα του από το 2011, η συνδυασμένη καθαρή αξία των μελών του δείκτη μειώθηκε κατά 76 δισ. δολάρια.
«Αν και τα 182 δις. δολάρια είναι ένα μεγάλο νούμερο, γι’ αυτούς είναι ένα αμελητέο ποσοστό» σχολίασε ο John Collins, διευθυντής της εταιρείας επενδυτικών συμβούλων Aspiriant, που επιβλέπει πάνω από 8 δις. δολάρια για πελάτες υψηλής καθαρής αξίας. «Μια τέτοια εβδομάδα δίνει μια πολύ κακή αίσθηση, όμως στην μεγάλη εικόνα με κανέναν τρόπο δεν θεωρείται καταστροφή».
Περιλαμβανομένων των απωλειών της Παρασκευής, οι 400 πλουσιότεροι άνθρωποι του κόσμου έχουν καταγράψει απώλειες 74 δισ. δολαρίων από την αρχή του έτους, με την καθαρή τους αξία να ανέρχεται αθροιστικά στα 3,98 τρις. δολάρια.
Οι 26 πλουσιότεροι άνθρωποι της Κίνας έχασαν 18,8 δις. δολάρια αυτήν την εβδομάδα, με το μεγαλύτερο πλήγμα να δέχεται ο Wang Jianlin της Dalian Wanda Commercial Properties, ο οποίος έχασε 3,5 δις. δολάρια.
Πέμπτη 20 Αυγούστου 2015: η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας, δηλαδή η κεντρική τράπεζα της μεγάλης ασιατικής χώρας, ανακοινώνει μία ακόμα παρέμβασή της στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, επιδιώκοντας να αποτρέψει τη συνεχιζόμενη και εσχάτως αυξανόμενη εκροή κεφαλαίων από τη χρηματιστηριακή αγορά και να σταθεροποιήσει το γουάν.
Αυτή τη φορά η κεντρική τράπεζα της Κίνας διοχέτευσε στην αγορά περί τα 120 δισ. γουάν (ήτοι 18,76 δισ. δολάρια) μέσω συμφωνιών επαναπώλησης (reverse repos) διάρκειας επτά ημερών. Είχε προηγηθεί μία ακόμα παρέμβαση στις αρχές της εβδομάδας, ύψους 150 δισ. γουάν, ενώ άλλα 90 δισ. γουάν είχαν διοχετευτεί στην αγορά από την People’s Bank of China την αμέσως προηγούμενη εβδομάδα.
Δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες δισ. δολάρια -αφού από την αρχή του χρόνου και έως τον Ιούνιο η κεντρική τράπεζα είχε χορηγήσει συνολικές ενέσεις ρευστότητας άνω των 205 δισ. γουάν στην αγορά- ρίχνονται βορά στα κερδοσκοπικά funds και στην προσπάθεια να διασκεδαστούν οι φόβοι των επενδυτών για μια νέα ασιατική κρίση. Ή σωστότερα, στους φόβους ακόμα και των πλέον ψύχραιμων ότι με επίκεντρο το Πεκίνο ξεκινά ένας νέος παγκόσμιος οικονομικός πόλεμος…
Να εξουδετερώσει τον αντίκτυπο του ισχυρότερου δολαρίου έναντι του ευρώ και του ιαπωνικού γεν, προσπαθεί, σύμφωνα με την έκθεση του ινστιτούτου Stratfor, η κυβέρνηση της Κίνας, με την απόφασή της να υποτιμήσει το εθνικό νόμισμα της χώρας, γιουάν.
«Στην Ευρώπη και την Ιαπωνία η ποσοτική χαλάρωση και άλλοι παράγοντες έχουν οδηγήσει στην υποτίμηση του ευρώ και του γεν έναντι του δολαρίου. Το γεν έχει υποχωρήσει περίπου κατά ένα τρίτο από το δεύτερο εξάμηνο του 2012 και το ευρώ κατά ένα πέμπτο από τις αρχές του 2014. Αυτό σημαίνει ότι η πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία του γιουάν, ή αλλιώς η σταθμισμένη συναλλαγματική του ισοτιμία έναντι των εμπορικών του εταίρων, έχει ανατιμηθεί δραματικά τον τελευταίο χρόνο» αναφέρει η έκθεση του Stratfor που περιήλθε στην κατοχή του πρακτορείου RIA Novosti.
Σύμφωνα με την έκθεση, η κίνηση της κεντρικής τράπεζας της Κίνας έχει αρνητικό αντίκτυπο στο εμπορικό πλεόνασμα της χώρας, τους μακροοικονομικούς της δείκτες και προκαλεί οικονομική ύφεση.
Οι αναλυτές του Stratfor επισημαίνουν ότι οι κινήσεις της Κίνας στη συναλλαγματική αγορά έχουν προκαλέσει ανησυχίες στους παράγοντες του διεθνούς εμπορίου. Συστήνουν επίσης το Πεκίνο να αλλάξει την οικονομική του πολιτική προκειμένου να ενισχύσει την αξιοπιστία της χώρας στην παγκόσμια χρηματοοικονομική αρένα.
Εκείνο που λίγοι μη ειδικοί γνωρίζουν είναι το γεγονός πως η δραματική υποχώρηση των χρηματιστηριακών δεικτών και η κατακρήμνιση των αποτιμήσεων εκατοντάδων μετοχών στις κινεζικές αγορές της Σανγκάης και της Σενζέν οφείλεται στο σκάσιμο μιας φούσκας την οποία συντηρούσαν σκιώδεις τράπεζες και χρηματοπιστωτικοί οίκοι, με ακόμα πιο σκιώδεις σχέσεις με γνωστές και μη εξαιρετέες τράπεζες – είτε της Ασίας, είτε της Δύσης.
Η αλήθεια είναι ότι ο πρόσφατος χρηματιστηριακός πυρετός στην Κίνα ξεκίνησε από τον κλάδο του real estate, που όπως στις ΗΠΑ έτσι και στην Κίνα κατέρρευσε περίπου στα τέλη της περασμένης χρονιάς, με τις αποτιμήσεις εκατοντάδων χιλιάδων επενδύσεων σε ακίνητα να μετατρέπονται σε… σκόνη και τα αντίστοιχα δάνεια να μην μπορούν να αποπληρωθούν.
Καμία έκπληξη συνεπώς δεν προκλήθηκε από το γεγονός πως μαζί με τη φούσκα των στεγαστικών δανείων «έσκασε» και μια περιφερειακή κρατική χρηματοπιστωτική εταιρεία. Ο λόγος για την κρατική εταιρεία εγγύησης δανείων της βόρειας επαρχίας Χεμπέι, η οποία έχει αναστείλει κάθε πληρωμή εγγύησης δανείου από τον Ιανουάριο φέτος. Η κεντρική κυβέρνηση δεν έχει ακόμα αποφασίσει τι θα πράξει με την εταιρεία, καθώς στην πορεία αποκαλύφθηκε μια πρακτική που επισήμως δεν αναγνωρίζεται από τις Αρχές, πλην όμως αποτελεί, όπως όλα δείχνουν, μια συνηθισμένη μέθοδο, υπό την ανοχή του κράτους, ώστε να επιτυγχάνονται μέχρι τώρα τρελοί ρυθμοί ανάπτυξης ακόμα και από μικρομεσαίες εταιρείες.
Τι ακριβώς συνέβαινε; Η κρατική χρηματοπιστωτική εταιρεία, με κεφάλαια από τα στεγαστικά δάνεια, των οποίων εγγυάτο και τις αποπληρωμές, έδινε ρευστό σε τρίτες εταιρείες, όχι επίσημα αναγνωρισμένες αλλά σκιώδεις τράπεζες, οι οποίες με τη σειρά τους δάνειζαν κεφάλαια σε εταιρείες που δεν ήταν τόσο μεγάλες ή τόσο φερέγγυες ώστε να λάβουν δάνεια από επίσημες τράπεζες της χώρας. Κάπως έτσι, μόνο αυτή η περιφερειακή κρατική εταιρεία στο Χεμπέι είχε υπό την ομπρέλα της πάνω από 50 μη επίσημα αναγνωρισμένους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, που με τη σειρά τους είχαν χορηγήσει σε τρίτους δάνεια συνολικού ύψους 50 δισ. γουάν, ή, αν προτιμάτε, 7,8 δισ. δολάρια. Οι μισοί και πλέον από τους οργανισμούς αυτούς έχουν αναπτύξει παράλληλες σχέσεις με αμερικανικές, ευρωπαϊκές ή άλλες τράπεζες, αλλά επίσης έχουν δανείσει εκατοντάδες εταιρείες, πολλές εκ των οποίων είναι θυγατρικές εταιρειών ξένων συμφερόντων, ή κοινοπραξίες κινεζικών με δυτικές εταιρείες!
Το πρόβλημα είναι ολοφάνερο: η κεντρική κυβέρνηση θεωρητικά δεν γνώριζε τι συνέβαινε -κι αυτό φαίνεται πως συμβαίνει σε όλες τις επαρχίες της χώρας, ενδεχομένως σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα- και τώρα καλείται να αποφασίσει εάν θα αφήσει να καταρρεύσει ολόκληρο το σύστημα οικονομικών σχέσεων που έχει δημιουργηθεί. Ηδη πάντως στην επαρχία Χεμπέι πάνω από 1.000 (!) τοπικοί επιχειρηματίες και παράγοντες έχουν ήδη απευθύνει ανοιχτή επιστολή στον τοπικό αξιωματούχο του Κομμουνιστικού Κόμματος ζητώντας να αναλάβει η κυβέρνηση να σώσει τις εμπλεκόμενες εταιρείες και συνεπακόλουθα ολόκληρη την επαρχία από μια ευρύτερη καταστροφή.
Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους του προβλήματος, σύμφωνα με το ρεπορτάζ αμερικανικών media υπάρχει ένας τόσο ισχυρός ιστός τέτοιων οικονομικών σχέσεων στην Κίνα ώστε ελλοχεύει ο κίνδυνος «ενός ντόμινο από αλλεπάλληλες και αλληλένδετες πτωχεύσεις, στις οποίες θα εμπλακούν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τεράστια χρηματικά ποσά και τελικά το ίδιο το Δημόσιο». Τα ίδια ρεπορτάζ ανεβάζουν το συνολικό ύψος των κεφαλαίων που τζιράρονται στην Κίνα μέσω του σκιώδους τραπεζικού συστήματος στα 6,9 τρισ. γουάν!